H ατέλειωτη «οδύσσεια» των μη προνομιούχων

Χωρίς να προλάβει να βγει στο ξέφωτο της ομαλότητας, η ελληνική κοινωνία βρέθηκε μετά από μια δεκαετή οικονομική περιπέτεια να παλεύει διαδοχικά με την πανδημική και την ενεργειακή κρίση.

Η βαριά κληρονομιά των μνημονίων σε συνδυασμό με την γήρανση του πληθυσμού, την αποβιομηχάνιση και την αποδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού, την μετανάστευση εκατοντάδων χιλιάδων δημιουργικών μυαλών, την περιβαλλοντική υποβάθμιση και την εργασιακή επισφάλεια συναντά σήμερα τον υπερπληθωρισμό, την ενεργειακή ευαλωτότητα, τις γεωπολιτικές εντάσεις στο Αιγαίο

και στα Βαλκάνια.

Σε αυτήν την χρονοκάψουλα όπου όλα αλλάζουν με ασύλληπτους ρυθμούς, η περιπέτεια των μη προνομιούχων, των μεσαίων και κατώτερων στρωμάτων φαίνεται να μην έχει τέλος, καθώς είναι αυτοί που καλούνται για άλλη μια φορά να βγάλουν τα κάστανα από την φωτιά.

Ο υπερπληθωρισμός αποτελεί βάναυση ταξική επίθεση στους πιο αδύναμους. Λειτουργεί ως “φόρος πάνω στους φόρους” εξαερώνοντας το εισόδημα, ανεβάζοντας το κόστος ζωής σε βασικά αγαθά και διευρύνει τις ανισότητες εκεί όπου δεν υπάρχει ισχυρή κρατική παρέμβαση και ανθεκτικότητα. Μια προοδευτική παρέμβαση στο πρωτοφανές κύμα ακρίβειας θα ήταν η στήριξη των αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων με μείωση της έμμεσης φορολογίας, αύξηση του κατώτερου μισθού και ενίσχυση των κοινωνικών υπηρεσιών.

Η ΝΔ επιλέγει να μοιράζει πενιχρά επιδόματα, να αφήνει ασύδοτες τις εταιρείες ενέργειας, να μην μειώνει τους έμμεσους φόρους, όπως πχ τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στα καυσιμα και τον ΦΠΑ σε βασικά είδη διατροφής. Η μη φορολόγηση των υπερκερδών των εταιριών ενέργειας αποτελεί απτή απόδειξη της ταξικής μεροληψίας της και της εξάρτησής της από την εγχώρια ολιγαρχία.

Η ενεργειακή θωράκιση της χώρας είναι ζήτημα με τεράστια κοινωνική σημασία. Οι φτωχότεροι είναι πάντα πιο εκτεθειμένοι από αυτούς που έχουν τη δυνατότητα να αγοράζουν “καθαρή ενέργεια”. Η αναβάθμιση του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας δεν θα δώσει μόνο τη δυνατότητα για μεγαλύτερη διασύνδεση με τα ξένα δίκτυα, αλλά θα διευκολύνει την μετάβαση από τον πολίτη-καταναλωτή στον πολίτη – παραγωγό ενέργειας, εξέλιξη που θα βοηθήσει τα νοικοκυριά, τις επιχειρήσεις, τους παραγωγούς, τις ακριτικές μας περιοχές, αλλά και τη νησιωτική Ελλάδα να έχουν πρόσβαση σε φθηνή και καθαρή ενέργεια. Το μοντέλο της Πορτογαλίας δείχνει το δρόμο για την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα.

Δυστυχώς, η “ανάπτυξη” για την οποια πανηγυρίζει η σημερινή Κυβέρνηση δεν είναι ούτε ανθεκτική ούτε βιώσιμη. Στηρίζεται μάλιστα στην τάση του ανθελληνισμού της οικονομίας, που ξεκίνησε στα μέσα της μνημονιακής περιόδου και σήμερα κορυφώνεται με την είσοδο επενδυτικών funds που αγοράζουν μαζικά γη, υποδομές και επιχειρήσεις. Χωρίς παραγωγικές δραστηριότητες με μεταφορά τεχνογνωσίας και καινοτομίας, με διείσδυση σε κρίσιμους τομείς (υγεία, ενέργεια, παιδεία), χωρίς φορολόγηση στην Ελλάδα και χωρίς τη δημιουργία καλοαμειβόμενων θέσεων εργασίας, το ξένο κεφάλαιο απειλεί να καθηλώσει τις δημιουργικές δυνατότητες των Ελλήνων και να βαθύνει την κοινωνική και οικονομική υστέρηση. Μια τέτοια εξέλιξη θα υποβαθμίσει ακόμη περισσότερο την εργασία, την οποία “φρόντισε” η κυβέρνηση της ΝΔ να μετατρέψει σε φθηνό εμπόρευμα, υπονομεύοντας τις συλλογικές συμβάσεις, τις μισθολογικές αξιώσεις και τον έλεγχο της εργοδοτικής αυθαιρεσίας.

Τέλος, κανείς δε μπορεί να φανταστεί μια κοινωνία που στέκεται όρθια χωρίς ισχυρά δημόσια αγαθά, όπως υγεία, παιδεία, κοινωνική ασφάλιση και πρόνοια. Η μαζική προσφυγή ακόμη και των πιο αδύναμων οικονομικά στα ιδιωτικά θεραπευτήρια και η οικονομική τους αιμορραγία, έρχεται ως επακόλουθο της απαξίωσης του ΕΣΥ. Η κυβέρνηση άφησε τον κορωνοϊό να περάσει χωρίς να αλλάξει το ΕΣΥ, αδιαφορώντας ακόμη και για την ανταμοιβή του προσωπικού που κράτησε όρθια τα Κέντρα Υγείας και τα νοσοκομεία στις πιο δύσκολες ώρες. Η αδιαφορία για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, το ταυτόχρονο κλείσιμο του ματιού στα ιδιωτικά ΙΕΚ και κολλέγια, η απαξίωση του δημόσιου Πανεπιστημίου και ο εγκλωβισμός της συζήτησης μόνο γύρω από ζητήματα δημόσιας ασφάλειας αποδεικνύουν ότι οι ιδεολογικές διαχωριστικές γραμμές είναι παρούσες και επίκαιρες.

Συνεπώς, χωρίς ένα ισχυρό κράτος που εγγυάται την ζωή, την υγεία, την παιδεία, την πρόνοια και την ασφάλεια των πολιτών του, χωρίς παραγωγικές επενδύσεις και καλοαμειβόμενες θέσεις εργασίας, η ελληνική κοινωνία οδεύει στο μέλλον ασθμαίνοντας με τις πληγές του παρελθόντος αλλά και την ανασφάλεια του παρόντος.

Η Ελλάδα χρειάζεται σήμερα όσο ποτέ μια βαθιά και ριζοσπαστική πολιτική Αλλαγή για να μειώσει τις βαθιές ανισότητες που σοβούν εδώ και μια δεκαπενταετία, για να αναδείξει την παραγωγική ατζέντα μιας οικονομίας που μπορεί να καινοτομήσει και να εξάγει και να θωρακιστεί από τις κρίσεις του μέλλοντος, με δίκαιο επιμερισμό του κόστους και του οφέλους που αυτές φέρνουν. Αυτό το συμβόλαιο ελπίδας και Αλλαγής μπορεί να έρθει μόνο με την ήττα της Συντήρησης και της δημαγωγίας που παρατείνουν την υστέρηση και μας καθηλώνουν στη μετριότητα. Αυτή η μεγάλη κοινωνική νίκη μπορεί να έρθει μόνο με την ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών και την επιστροφή του ΠΑΣΟΚ σε ρόλο πρωταγωνιστικό.

*Ο Παναγιώτης Βλάχος είναι μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ και της Ομάδας Προγράμματος, τ. Γραμματέας Επικοινωνίας

Διαβάστε επίσης:

Ακροδεξιά σκιρτήματα στην Ε.Ε.

Να κοινό, να Μάλαμα !

Πυρκαγιές και πλημμύρες

Keywords
Τυχαία Θέματα