Ο χάρτης των ανείσπρακτων οφειλών στο ελληνικό επιχειρείν

Τριπλάσιες είναι οι ανείσπρακτες απαιτήσεις μεταξύ των ελληνικών επιχειρήσεων σε σχέση με τις επιχειρήσεις των άλλων χωρών της Δυτ. Ευρώπης. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την εκτίμηση ότι οι πτωχεύσεις θα αυξηθούν κατά 5% το 2016, δημιουργεί ένα εκρηκτικό κλίμα και υποχρεώνει τις επιχειρήσεις να επαναπροσδιορίσουν τη στάση τους απέναντι στους εμπορικούς εταίρους τους περιορίζοντας τις πωλήσεις επί πιστώσει ή τη διάρκεια τους.

Το συμπέρασμα αυτό καταγράφεται στην έρευνα «Βαρόμετρο Συναλλακτικής Συμπεριφοράς» του παγκόσμιου ασφαλιστική πιστώσεων Atradius, που εντοπίζει μεγάλο μέρος

του προβλήματος στις πληρωμές των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των τροφίμων, οι επιχειρήσεις του οποίου συγκεντρώνουν το μισό περίπου των ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων.

Ενδεικτικό της προσπάθειας αποφυγής κινδύνου είναι η μείωση του ποσοστού των εμπορικών συναλλαγών επί πιστώσει που περιορίστηκε πέρυσι στα 56,5% επί της συνολικής αξίας των εμπορικών συναλλαγών, από 65,1% που ήταν ένα χρόνο πριν.

Παρά τη μείωση αυτή, η Ελλάδα ξεχωρίζει ως μία από τις χώρες της Δυτ. Ευρώπης με τη μεγαλύτερη τάση προς την πίστωση που χρησιμοποιείται όμως κατά κύριο λόγο στις εγχώριες συναλλαγές και πολύ λιγότερο στις συναλλαγές του εξωτερικού.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, το ποσοστό των ερωτηθέντων επιχειρήσεων στην Ελλάδα που δηλώνει ότι οι εγχώριοι πελάτες τους εξοφλούν τα τιμολόγια με καθυστέρηση λόγω των προβλημάτων ρευστότητας είναι συντριπτικό, καθώς φθάνει το 87% έναντι 57,9% στη Δυτ. Ευρώπη ενώ το ποσοστό των απαιτήσεων που παραμένει τελικώς ανείσπρακτο διαμορφώνεται στο 3,6% της συνολικής αξίας των επί πιστώσει πωλήσεων έναντι 1,3% στις υπόλοιπες χώρες της Δυτ. Ευρώπης.

Οι μη εισπράξιμες εγχώριες απαιτήσεις, σχεδόν εξ ολοκλήρου, αποτελούνται από εγχώριες διαγραφές και προέρχονται, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, από τους τομείς των διαρκών καταναλωτικών αγαθών και της βιομηχανίας τροφίμων .

Σύμφωνα με την Atradius καθώς οι ελληνικές επιχειρήσεις είναι πολύ εκτεθειμένες στον κίνδυνο μη πληρωμής από εγχώριες συναλλαγές, η προστασία της κερδοφορίας των επιχειρήσεων συνεπάγεται μια σειρά από προκλήσεις κατά το τρέχον έτος. Ως μεγαλύτερο ρίσκο θεωρείται η είσπραξη των εκκρεμών τιμολογίων

Πρακτικές ανά κλάδο

Οι ερωτηθέντες στην Ελλάδα ανέφεραν τη χορήγηση εμπορικών πιστώσεων κυρίως σε πελάτες που δραστηριοποιούνται στις βιομηχανίες των διαρκών καταναλωτικών αγαθών, των τροφίμων και των χημικών προϊόντων. Οι χρόνοι πληρωμής των τιμολογίων που χορηγήθηκαν από τους Έλληνες ερωτηθέντες σε πελάτες στις βιομηχανίες χημικών και διαρκών καταναλωτικών αγαθών, είναι σημαντικά μεγαλύτεροι από το μέσο όρο της χώρας (ο μέσος όρος είναι πίστωση δύο μηνών από την τιμολόγηση). Οι πελάτες στον τομέα των διαρκών καταναλωτικών αγαθών εξοφλούν τα ληξιπρόθεσμα τιμολόγια με τους πλέον βραδείς ρυθμούς (πάνω από δύο εβδομάδες μετά την ημερομηνία λήξης της απαίτησης).

Ένα, άνω του μέσου όρου (για τη χώρα), ποσοστό των ληξιπρόθεσμων τιμολογίων δημιουργήθηκε από τη βιομηχανία τροφίμων. Σύμφωνα με την πλειονότητα των ερωτηθέντων (96%), το γεγονός αυτό είναι πιθανό να προκαλείται, κυρίως, από περιορισμούς ρευστότητας των πελατών στον εν λόγω κλάδο.

Το 61,0% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα αναμένουν οι πρακτικές πληρωμών των πελατών στη βιομηχανία τροφίμων να υποστούν σημαντική επιδείνωση κατά τη διάρκεια των επόμενων 12 μηνών. Το 54,0% των ερωτηθέντων προβλέπει επιδείνωση των πρακτικών πληρωμών στον κλάδο των διαρκών καταναλωτικών αγαθών κατά το ίδιο χρονικό διάστημα. Δεν αναμένεται καμία σημαντική μεταβολή σε σχέση με τις πρακτικές πληρωμής των άλλων βιομηχανικών κλάδων.

Διάρκεια αποπληρωμής

Οι όροι πληρωμής που έχουν χορηγηθεί σε πελάτες, βάσει των στοιχείων που διέθεσαν οι Έλληνες ερωτηθέντες, κυμαίνονται -κατά μέσο όρο- σε διάστημα περίπου 44 ημερών από την ημερομηνία έκδοσης του τιμολογίου και σαφώς υπερβαίνουν το μέσο όρο για τη Δυτική Ευρώπη (31 ημέρες).

Οι εγχώριοι πελάτες απολαμβάνουν τους πιο χαλαρούς όρους πληρωμής στη Δυτική Ευρώπη. Οι πελάτες του εξωτερικού καλούνται να εξοφλούν τα τιμολόγια -κατά μέσο όρο- ένα μήνα νωρίτερα από ό,τι οι εγχώριοι πελάτες. Αυτό μπορεί να υποδεικνύει το γεγονός πως οι Έλληνες ερωτηθέντες αντισταθμίζουν το υψηλό επίπεδο αθέτησης πληρωμών των εγχώριων πελατών με τις ταχύτερες πληρωμές των πελατών εξωτερικού. Ωστόσο, κατά το παρελθόν έτος ο μέσος όρος πληρωμής τόσο των εγχώριων όσο και των ξένων πελατών, έχει μειωθεί κατά (μέσο όρο) εννέα ημέρες. Αυτό μπορεί να αναγνωστεί ως προσπάθεια των ελληνικών επιχειρήσεων να εξισορροπήσουν τους σφιχτούς οικονομικούς όρους που διέπουν την αγορά.

Οι πελάτες των Ελλήνων ερωτηθέντων εξοφλούν τις ληξιπρόθεσμες οφειλές εξωτερικού κατά μέσο όρο σε 5 ημέρες από την ημερομηνία λήξης του τιμολογίου και τις αντίστοιχες εγχώριες σε 36. Αυτό σημαίνει ότι οι Έλληνες ερωτηθέντες μετατρέπουν τις σε καθυστέρηση εγχώριες απαιτήσεις σε μετρητά, κατά μέσο όρο, σχεδόν 100 ημέρες από την τιμολόγηση (μέσος όρος της έρευνας: 53 ημέρες). Αυτή η διαδικασία διαρκεί περίπου δύο μήνες λιγότερο στα τιμολόγια εξωτερικού. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει την υπόθεση ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις επωφελούνται από τις ταχύτερες πρακτικές πληρωμής των ξένων πελατών.

Βασικοί παράγοντες καθυστέρησης

Βάσει των προηγούμενων παρατηρήσεων, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι μακράν μεγαλύτερο ποσοστό ερωτηθέντων στην Ελλάδα (περίπου 87%) από ό, τι στη Δυτική Ευρώπη (57,9%) δήλωσαν ότι οι εγχώριοι πελάτες εξοφλούν τα τιμολόγια με καθυστέρηση λόγω προβλημάτων ρευστότητας. Αυτό δεν έχει αλλάξει σημαντικά σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Σε αντίθεση με το μοτίβο της έρευνας, δεύτερη συχνότερα αναφερόμενη αιτία καθυστέρησης πληρωμής των εγχώριων τιμολογίων δεν είναι η σκόπιμη άντληση οικονομικής ωφέλειας από πλευράς των πελατών αλλά οι ανεπάρκειες του τραπεζικού συστήματος. Αυτό αναφέρθηκε από το 26% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα, ποσοστό άνω του διπλάσιου σε σύγκριση με το αντίστοιχο στη Δυτική Ευρώπη (12,5%).

Τιμολόγια: Οι Έλληνες ερωτηθέντες (50%) πιο συχνά αποδίδουν την καθυστέρηση πληρωμής των ξένων τιμολογίων σε περιορισμούς ρευστότητας των πελατών (ερωτηθέντες στη Δυτική Ευρώπη: 40,2%). Η πολυπλοκότητα της διαδικασίας πληρωμής σε συναλλαγές εκτός συνόρων είναι επίσης ένας λόγος για τις καθυστερήσεις πληρωμών, καθυστερήσεις που βιώνουν οι ερωτηθέντες στην Ελλάδα (33,3%) πιο συχνά από ό, τι στη Δυτική Ευρώπη (28%).

Τέλος, περισσότεροι ερωτηθέντες στην Ελλάδα (51%) από ό, τι στη Δυτική Ευρώπη (42,1%) ανέφεραν ότι δεν υπήρξε καμία σημαντική επίπτωση στις επιχειρήσεις τους λόγω της καθυστερημένης πληρωμής τιμολογίων. Παρά το γεγονός αυτό, 29% των ερωτηθέντων στη χώρα (18,8% στη Δυτική Ευρώπη) απώλεσαν έσοδα, καθώς και ποσοστό 24,8% (18,3% στη Δυτική Ευρώπη) αναγκάστηκε να λάβει συγκεκριμένα μέτρα με σκοπό τη διόρθωση των ταμειακών ροών.

Keywords
Τυχαία Θέματα