«Η τελική στροφή του ποιήματος» του Τσαρλς Σίμικ

μετάφραση: Γεράσιμος Βουτσινάς

ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Αφού κάθε πράγμα γράφει τη δική του ιστορία
Όσο ταπεινό κι αν είναι,
Ο κόσμος είναι ένα τεράστιο βιβλίο
Ανοιχτό σε διαφορετική σελίδα
Ανάλογα με την ώρα της μέρας,

Οπότε, αν θέλεις, μπορείς να διαβάσεις
Την ιστορία μιας ακτίνας του ήλιου
Που μέσα στη σιωπή του απογεύματος
Βρήκε ένα κουμπί χαμένο εδώ και καιρό
Κάτω απ’ τη γωνιακή καρέκλα,

Ήταν ένα μαύρο, μικροσκοπικό
Απ’ το πίσω μέρος του μαύρου φορέματός της
Που σου ζήτησε κάποτε να κουμπώσεις,
Ενώ εσύ φιλούσες τον

λαιμό
Και χάιδευες το στήθος της.

ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΩΝ

Εραστές πιάνονται χέρι χέρι σε μυθιστορήματα που δεν έχουν ανοιχτεί ποτέ.
Η σελίδα με τη συνταγή για την αγγουρόσουπα λείπει.
Ένας νεκρός γράφει για την ευτυχισμένη παιδική του ηλικία σε μια φάρμα,
Για ένα ταξίδι με αερόστατο πάνω απ’ τη λίμνη Ήρι.

Ένα ξαφνικό ρεύμα αέρα κλείνει το βιβλίο του στο χέρι μου,
Ενώ ένας φιλόσοφος αναρωτιέται πώς είναι δυνατόν
Να συντηρείται το ορθόδοξο από θεολογική άποψη δόγμα
Της αιώνιας τιμωρίας των καταραμένων;

Για να δούμε. Ίσως υπάρχει άμμος ανάμεσα στις σελίδες
Του ταξιδιωτικού οδηγού για την Αίγυπτο ή ακόμα κι ένας νεκρός ψύλλος
Που τσίμπησε κάποτε τον κώλο της μυστηριώδους Άμπιγκεϊλ
Η οποία, για ν’ αστειευτεί, έγραψε εκεί πάνω τ’ όνομά της με μολύβι ματιών.

Ο ΠΑΛΙΟΣ ΚΟΣΜΟΣ

(για τον Dan και την Jeanne)

Πιστεύω στην ύπαρξη ψυχής. Μέχρι τώρα
Δεν είχε μεγάλη διαφορά.
Θυμάμαι ένα απόγευμα στη Σικελία.
Τα ερείπια κάποιου ναού.
Στήλες πεσμένες στο γρασίδι σαν γυμνοί εραστές.

Οι ελιές και το κατσικίσιο τυρί ήταν εξαιρετικά,
Το ίδιο και το κρασί
Με το οποίο το επόμενο βράδυ έκανα πρόποση,
Στα χελιδόνια που περνούσαν σαν βέλη,
Στον σαρακηνό άνεμο και στο φεγγάρι.

Κάποτε σκοτείνιασε. Υπήρχε κάτι
Πολύ πριν υπάρξουν οι λέξεις:
Το βραδινό γεύμα των βοσκών...
Ένα φευγαλέο άσπρο φως ανάμεσα στα δέντρα...
Η αιωνιότητα που κρυφάκουγε το πέρασμα του χρόνου.

Η θεά πηγαίνει να λουστεί στη θάλασσα.
Δεν πρέπει να την ακολουθήσει κανείς.
Αυτά τα βράχια, αυτά τα κυπαρίσσια,
Μπορεί να είναι οι παλιοί της εραστές.
Α, να ήμουν ένας απ’ αυτούς, μου ψιθύρισε το κρασί.

Η ΤΑΙΝΙΑ

Τα παιδικά μου χρόνια, βουβός κινηματογράφος απ’ τα παλιά.
Ω, τα χειμωνιάτικα βράδια
Που μ’ έπαιρνε η μητέρα απ’ το χέρι
Και μπαίναμε στη σκοτεινή αίθουσα
Όπου είχε ήδη ξεκινήσει μια ταινία
Σαν τ’ όνειρο κάποιου άλλου
στο οποίο έτυχε να βρεθούμε –

Εκεί, μια νεαρή γυναίκα έγραφε ένα γράμμα
Σταματώντας να σκουπίσει τα δάκρυά της
Ήταν σ’ ένα δωμάτιο με θέα κάποιο λιμάνι
Κι ένα πουλί καθόταν ήσυχα στο κλουβί του,
Χωρίς κανείς να δίνει σημασία ούτε σ’ εκείνο,
Ούτε στο λευκό καράβι στον ορίζοντα,
Που μπορεί να πλησίαζε, ή και ν’ απομακρυνόταν.

Ήταν επί Κατοχής, ξέχασα να πω.
Περπατούσαμε αργά γυρνώντας στο σπίτι
Ντυμένοι ζεστά γιατί έκανε κρύο,
Με τα μάτια στο έδαφος
Μέσα στους επικίνδυνους, κακοφωτισμένους δρόμους.

ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ Η ΑΫΠΝΙΑ

Μου άρεσε η μικρή μου τρύπα,
Το παράθυρο έβλεπε σ’ έναν τοίχο από τούβλα.
Στο διπλανό σπίτι υπήρχε ένα πιάνο.
Μερικά βράδια κάθε μήνα
Ένας γέρος σακάτης ερχόταν κι έπαιζε το
«My Blue Heaven».

Τις περισσότερες φορές όμως ήταν ήσυχα.
Σε κάθε δωμάτιο υπήρχε μια αράχνη ντυμένη με βαρύ παλτό
Που έπιανε τις μύγες σ’ έναν ιστό
Από καπνό τσιγάρου κι ονειροπόληση.
Ήταν τόσο σκοτεινά
Που όταν ξυριζόμουνα δεν μπορούσα να δω το πρόσωπό μου στον καθρέφτη.

Στις 5 το πρωί άκουγα τον ήχο γυμνών ποδιών απ’ τον επάνω όροφο.
Η χαρτορίχτρα τσιγγάνα
Που είχε το μαγαζί στη γωνία
Πήγαινε για κατούρημα μετά από μια νύχτα γεμάτη έρωτα.
Καμιά φορά, μάλιστα, ακουγόταν ένα παιδί να κλαίει με αναφιλητά.
Ήταν τόσο κοντά, που για μια στιγμή
Νόμιζα πως έκλαιγα εγώ.

[ ΕΡΧΕΤΑΙ Η ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΕΛΑΣΣΟΝΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ ]

Έρχεται η εποχή των ελασσόνων ποιητών. Αντίο Ουίτμαν, Ντίκινσον, Φροστ.
Καλώς ήλθες εσύ που η φήμη σου δεν θα φτάσει ποτέ πέρα απ’ τους κοντινότερους
συγγενείς, ίσως και μέχρι έναν ή δύο καλούς φίλους μαζεμένους γύρω από μια κανάτα
δυνατού κόκκινου κρασιού μετά το δείπνο... την ώρα που τα παιδιά έχουν πέσει για ύπνο
και διαμαρτύρονται για τον θόρυβο που κάνεις καθώς ψαχουλεύεις μες στις ντουλάπες
να βρεις τα παλιά σου ποιήματα, με το φόβο ότι ίσως πάνω στο συγύρισμα της περασμένης
άνοιξης, η γυναίκα σου τα πέταξε.

Χιονίζει, λέει κάποιος που έχει ρίξει μια ματιά έξω στη σκοτεινή νύχτα, και μετά,
στρέφεται κι αυτός προς εσένα καθώς ετοιμάζεσαι να διαβάσεις, με τρόπο κάπως θεατρικό
και πρόσωπο που κοκκινίζει, το μακροσκελές και φλύαρο ερωτικό ποίημα που η τελική
στροφή του (πράγμα που εσύ αγνοείς) έχει οριστικά χαθεί.

Στις 9 Ιανουαρίου 2023 πέθανε στα 84 του χρόνια ο μεγάλος Σερβοαμερικανός ποιητής Τσαρλς Σίμικ (Charles Simic). Γεννημένος στο Βελιγράδι το 1938, μετανάστευσε με την οικογένειά του στο Σικάγο σε ηλικία 15-16 ετών. To 1964 παντρεύτηκε τη σχεδιάστρια μόδας Ιλέιν Ντάμπιν (Helene Dubin), με την οποία απέκτησε δύο παιδιά, και το 1971 έγινε Αμερικανός πολίτης. Από το 1973 μέχρι τη συνταξιοδότησή του δίδαξε αγγλική γλώσσα στο Πανεπιστήμιο του New Hampshire, όπου συνέχισε ως ομότιμος καθηγητής αμερικανικής λογοτεχνίας και δημιουργικής γραφής σχεδόν μέχρι τον θάνατό του. Δημοσίευσε 26 πρωτότυπες συλλογές ποίησης, δοκίμια και μεταφράσεις, κερδίζοντας πολλές διακρίσεις, μεταξύ των οποίων τα βραβεία Griffin, Pulitzer και Wallace Stevens, ενώ υπήρξε ο 15ος δαφνοστεφής ποιητής της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου των ΗΠΑ, το 2007. Οι εμπειρίες του από τον πόλεμο και τη μεταπολεμική Σερβία ήταν καθοριστικές για τη συγκρότησή του. Τα ποιήματά του συνθέτουν άλλοτε ρεαλιστικούς και άλλοτε οιονεί ρεαλιστικούς μικρόκοσμους, με φανταστικές ή εξωφρενικές παρεκκλίσεις, όπου το μυθικό, η ειρωνεία και η πρόκληση αφθονούν, αντλώντας υλικό από την ιστορία, το υποσυνείδητο και τη μνήμη, και οδηγώντας εντέλει σε μια παραβολική αναδιαμόρφωση της πραγματικότητας. Έγραψε πάμπολλα σύντομα, κυρίως, αλλά ιδιαίτερα πυκνά σε νόημα ποιήματα. Σε αυτά, η μελαγχολική στάση συνδυάζεται με αισθησιακή και πνευματώδη διάθεση, με χαρακτηριστικό το ειρωνικό χιούμορ και τις ευρηματικές μεταφορές. Όπως είπε το 2013 σε συνέντευξή του στο περιοδικό Granta, «απ’ όσα έχουν ειπωθεί για την ποίηση, το αξίωμα ότι το λιγότερο προσφέρει περισσότερα μου έκανε τη μεγαλύτερη και πιο διαρκή εντύπωση». Για την ποιητική γραφή είχε σχολιάσει ότι «οι λέξεις κάνουν έρωτα στη σελίδα σαν μύγες μες στην καλοκαιρινή ζέστη και ο ποιητής είναι απλώς ο ξαφνιασμένος θεατής». Έτσι, τα ποιήματά του, φτιαγμένα με καθημερινές λέξεις και αντικείμενα, μιλούν για τα μεγάλα ζητήματα του ανθρώπου, προσφέροντας μια ματιά στο ατέρμονο.

Keywords
μετάφραση, αιγυπτος, κοσμοσ, φως, ξενοδοχειο, blue, heaven, ερχεται, εποχη, θεατρο, griffin, ηπα, οιονεί, ειρωνεία, μνήμη, κινηση στους δρομους, παγκόσμια ημέρα της γυναίκας 2012, Πρώτη ημέρα του Καλοκαιριού, Καλή Χρονιά, εκλογες ηπα, βιβλιοπωλείο, μνήμη, γυναικα, γωνια, ηπα, θαλασσα, μητερα, ντουλαπες, ονειρο, ποιηματα, φως, ωρα, αεροστατο, αμμος, αραχνη, βελιγραδι, βιβλιο, βραδια, βραδυ, γλωσσα, γραμμα, δακρυα, δεντρα, δικη, δογμα, εγινε, εδαφος, αιθουσα, ειπε, υπαρχει, ειπωθει, ειρωνεία, εποχη, ερχεται, ετων, ζεστη, ιδιο, ηλικια, υπνο, ησυχα, θεα, ηχο, κοκκινου, κοσμοσ, κρασι, κυπαρισσια, λειπει, μαυρο, ματια, μυγες, μπορεις, νυχτα, νοημα, νομιζα, ποιηση, ποιημα, οιονεί, οικογενεια, ονομα, παιδικα, παιδι, παιδια, πεθανε, πηγαινε, πιανο, πρωι, ρευμα, σερβια, σελιδες, συντομα, σικελια, σικαγο, σιωπη, συνταγη, σπιτι, τουβλα, τυρι, φαρμα, φεγγαρι, φημη, φορα, χερι, χελιδονια, χιουμορ, ψυλλος, ασπρο, blue, δωματιο, δωματιο με θεα, griffin, ιδιαιτερα, κινηματογραφος, κλουβι, λεξεις, λευκο, μια ματια, ποιητης, ταξιδι, υλικο
Τυχαία Θέματα