Κύριε, συγχώρησέ τους, δεν ξέρουν τι κάνουν. Ο γαμπρός του ελληνικού θρόνου που εκτελέστηκε σαν σκυλί στην παγωμένη Ρωσία

Γεννημένος το 1860 στα παγωμένα παλάτια της Αγίας Πετρούπολης, ο Μεγάλος Δούκας Παύλος Αλεξάντροβιτς της Ρωσίας έζησε μέσα στη χλιδή, αλλά ο θάνατός του θα ήταν ένας από τους πιο σπαρακτικούς και ατιμωτικούς στην ιστορία της δυναστείας των Ρομανώφ. Ο νεότερος γιος του Τσάρου Αλέξανδρου Β΄ και αδελφός του Τσάρου Αλέξανδρου Γ΄, ο Παύλος μεγάλωσε ανάμεσα σε πλούτη, στρατιωτικές τιμές και οικογενειακές τραγωδίες. Από μικρός ήταν πιο ήσυχος και τρυφερός από τα υπόλοιπα αδέρφια του, κάτι που τον έκανε αγαπητό αλλά και ευάλωτο στις

σκληρές απαιτήσεις της αυτοκρατορικής ζωής.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1880, ο Παύλος γνώρισε και αγάπησε την Πριγκίπισσα Αλεξάνδρα της Ελλάδας και της Δανίας, κόρη του Βασιλιά Γεωργίου Α’ και της Βασίλισσας Όλγας. Ο έρωτάς τους ενθουσίασε τις αυλές της Ευρώπης, καθώς επρόκειτο για έναν ισχυρό δεσμό ανάμεσα στη ρωσική και την ελληνική βασιλική οικογένεια. Το 1889 παντρεύτηκαν στο Χειμερινό Παλάτι της Αγίας Πετρούπολης, σε μια τελετή γεμάτη λαμπρότητα και ελπίδες για το μέλλον.

Η ευτυχία τους κράτησε ελάχιστα. Η Αλεξάνδρα, εύθραυστη στην υγεία και νοσταλγώντας την Ελλάδα, πέθανε τραγικά λίγες μέρες μετά τη γέννηση του δεύτερου παιδιού τους, του Δημητρίου. Ο Παύλος δεν μπόρεσε ποτέ να ξεπεράσει τον χαμό της. Πήρε απόσταση από την πολιτική και την αυλή, αφοσιωμένος στα δύο του παιδιά και στο πένθος του.

Όμως η ζωή του πήρε νέα στροφή όταν ερωτεύτηκε παράφορα την Όλγα Καρνόβιτς, μια παντρεμένη Ρωσίδα αριστοκράτισσα. Η σχέση αυτή σκανδάλισε το παλάτι. Ο Τσάρος Νικόλαος Β’, ανιψιός του Παύλου, του απαγόρευσε ρητά να την παντρευτεί. Ο Παύλος, αψηφώντας την απαγόρευση, την παντρεύτηκε το 1902 στην Ιταλία, χάνοντας έτσι όλα του τα προνόμια, τίτλους και περιουσίες. Διώχτηκε σε εξορία και έζησε για χρόνια στο Παρίσι, ζώντας μακριά από τα παιδιά του, που αναγκάστηκαν να μεγαλώσουν υπό την κηδεμονία άλλων μελών της οικογένειας Ρομανώφ.

Παρά την ατίμωση, η ζωή του στο Παρίσι ήταν ευτυχισμένη. Με την Όλγα απέκτησε τρία παιδιά, και μαζί έστησαν μια λαμπρή ζωή, γεμάτη τέχνη, πολιτισμό και κοινωνικές εκδηλώσεις. Όταν ξέσπασε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Παύλος ζήτησε να επιστρέψει στη Ρωσία και να υπηρετήσει τον τσάρο και την πατρίδα του. Παρά τα προβλήματα υγείας, διορίστηκε επικεφαλής του πρώτου σώματος της Αυτοκρατορικής Φρουράς.

Με την πτώση του Τσάρου Νικολάου Β’ και την άνοδο των Μπολσεβίκων, ο Παύλος παρέμεινε από τους ελάχιστους Ρομανώφ που δεν διέφυγαν στο εξωτερικό. Είδε το παλάτι του να λεηλατείται, τα παιδιά του να κυνηγιούνται και την περιουσία του να κατάσχεται. Παρά τις εκκλήσεις από ξένους πρεσβευτές να διαφύγει μεταμφιεσμένος, εκείνος αρνήθηκε. Ήθελε να πεθάνει σαν Ρώσος, όχι σαν λιποτάκτης.

Τον Ιανουάριο του 1919, οι Μπολσεβίκοι τον μετέφεραν γυμνό από τη μέση και πάνω, μέσα στον πολικό χειμώνα, στους πάγους του Φρουρίου Πέτρου και Παύλου στην Αγία Πετρούπολη. Μαζί με τρεις ακόμα συγγενείς του, εκτελέστηκε εν ψυχρώ και ρίχτηκε σε έναν κοινό τάφο μέσα στο χιόνι. Τα τελευταία του λόγια ήταν μια προσευχή: «Κύριε, συγχώρησέ τους, δεν ξέρουν τι κάνουν».

Η ιστορία του Μεγάλου Δούκα Παύλου Αλεξάντροβιτς, που έγινε γαμπρός του ελληνικού θρόνου και τελείωσε σαν ένας ανώνυμος νεκρός στους πάγους της Σοβιετικής Ρωσίας, παραμένει μία από τις πιο τραγικές και συγκλονιστικές σελίδες της παρακμής των Ρομανώφ.

Γρηγόρης Κεντητός για το sportime.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα