Ghosts ‘n Goblins: Resurrection – Review

Ένας δαίμονας ήρθε απόψε απ’ τα παλιά

Όπως κάθε μορφή τέχνης, έτσι και τα video games αποτελούσαν πάντα προϊόντα της εποχής τους, καθώς και αποτυπώματα που αν αναλυθούν σωστά, μπορούν να μας πουν πολλά για τις εκάστοτε συνθήκες. Πώς δημιουργήθηκε ένα έργο, τι συνέβαινε τότε, ποιες ήταν οι τάσεις και ποιες οι δυνατότητες. Κάπως έτσι λοιπόν, μπορούμε να δούμε στο σύνολό τους τα παιχνίδια της δεκαετίας του ‘80.

Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά των τότε videogames, ήταν η δυσκολία.

Ενώ λοιπόν στις μέρες μας χρησιμοποιούμε τους τίτλους της FromSoftware ως εχέγγυο ικανοτήτων, και θεωρούμε τον Hidetaka Μiyazaki ως ένα σύγχρονο σαδιστή -ενώ την ίδια ώρα τα “gid gud” δίνουν και παίρνουν μεταξύ παικτών-, όσοι είναι στοιχειωδώς μεγαλύτεροι ηλικιακά γνωρίζουν ότι υπάρχει ένας κύριος που ακούει στο όνομα Tokiro Fujiwara, του οποίου τα παιχνίδια έχουν στοιχειώσει τα νιάτα πολλών.

Φανερώνοντας λοιπόν τις τάσεις και τις δυνατότητες της κάθε εποχής, ερχόμαστε στο 1985, όπου και κυκλοφορεί το πρώτο Ghosts ‘n Goblins, ενώ βιώνουμε μια εποχή που όλα τα παιχνίδια ήταν υπερβολικά δύσκολα και ένας απαιτητικός τίτλος δεν αποτελούσε είδηση, παρά καθημερινότητα.

Βλέποντας το λοιπόν ιστορικά, γνωρίζουμε οι κάτι τέτοιο προέκυπτε λόγω των περιορισμένων τεχνικών δυνατοτήτων, μιας gaming βιομηχανίας που ακόμα χτιζόταν, με τα studios να μην έχουν γίνει ακόμη κολοσσοί των αμέτρητων εργαζομένων και, πάνω απ’ όλα, τα Arcades. Αυτές οι αδηφάγες καμπίνες που μοναδικό σκοπό είχαν να καταβροχθίζουν κέρματα.

Επειδή, όμως, κανείς δεν θα ήθελε απλά να πετάει τα λεφτά του σε ένα μηχάνημα, χωρίς να απολαμβάνει κάτι, η συνταγή της επιτυχίας ήταν μία: “εύκολο να το μάθεις, δύσκολο να το κατακτήσεις”. Μια συνταγή που δεν πάλιωσε ποτέ (εφόσον το υποστηρίζει και το είδος), και αν εκτελεστεί σωστά, είναι σχεδόν αδύνατο να αποτύχει.

Και κάπου εκεί έρχεται το Ghost ‘n Goblins, και τρία χρόνια μετά, ο άξιος διάδοχός του, το Ghouls ‘n Ghosts. Παιχνίδια που πολλοί έπαιξαν αλλά λίγοι τερμάτισαν. Και αν κάποιος το έκανε σε κοινή θέα (δηλαδή στο ουφάδικο της γειτονιάς), αυτόματα αποκτούσε status θρύλου για το μαγαζί, ενίοτε και την περιοχή ολόκληρη.

Για να ανεχτεί κάποιος βέβαια αυτή τη σαδιστική – και ξεκάθαρα άδικη- δυσκολία, θα έπρεπε σίγουρα και το προϊόν να είναι εκλεκτής ποιότητας. Και τα δύο αυτά παιχνίδια ήταν ξεκάθαρα διαμάντια για την εποχή τους, εξ ου και η επιτυχία τους. Αυτή λοιπόν τη μαγεία και την αύρα των δύο retro τίτλων, επιχειρεί να επαναφέρει το Ghosts ‘n Goblins Resurrection, που κυκλοφορεί για το Nintendo Switch.

Όπως αναφέρει μάλιστα η ίδια η Capcom στο promotion του τίτλου: “Ghosts ‘n Goblins is back from the grave”. Και μάλιστα, χαρακτηρίζει την έκδοση ως “reimagined”. Παρότι το τοπίο έχει γίνει πολύ θολό τα τελευταία χρόνια με το τι χαρακτηρίζει ο καθένας ως remake, reboot και άλλα, θα λέγαμε ότι η επιλογή της λέξης reimagined, ταιριάζει γάντι στον συγκεκριμένο τίτλο.

Καθώς αυτή ακριβώς είναι η αίσθηση που αποπνέει ο τίτλος στην ολότητά του. Από την πρώτη μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Μια επιλογή στοιχείων και από τους δύο κλασικούς τίτλους, αναμεμιγμένα και επανασχεδιασμένα από την αρχή, σε ένα παιχνίδι που μοιάζει ταυτόχρονα οικείο αλλά και φρέσκο.

Παρότι η ιστορία ήταν πάντα διεκπεραιωτή και αδιάφορη σε αυτούς τους τίτλους, αξίζει αναφοράς γιατί, όπως είπαμε, τα παλιά έργα προδίδουν και την εποχή. Στη γνωστή και συνηθισμένη μανιέρα που υπήρχε για τα platform και τα run and gun παιχνίδια λοιπόν, το σενάριο δεν θα μπορούσε εύκολα να ξεφύγει από την damsel in distress πεπατημένη.

Ο ιππότης Sir Arthur συναντά την αγαπημένη του πριγκίπισσα με τα μπλε μαλλιά, ο άρχοντας του σκότους την απαγάγει και αυτός πρέπει να εξολοθρεύσει όλο το σατανικό βασίλειο για να την σώσει. Η ιστορία δεν διαφέρει σε τίποτα από το αρχικό παιχνίδι, αλλά ο τρόπος που αποδίδεται οπτικά, σχηματιζόμενη σταδιακά με νερομπογιές επάνω σε έναν πάπυρο, αποπνέει έντονα το παραμυθένιο κλίμα που θέλει να χτίσει ο τίτλος.

Και αυτό είναι ένα από τα καλύτερα στοιχεία του νέου Ghosts ‘n Goblins. Η αίσθηση του σκοτεινού παραμυθιού ήταν πάντα παρούσα, αλλά με την τεχνολογία του σήμερα, σε καθαρή απεικόνιση, με όλα τα περιβάλλοντα και τους εχθρούς ζωγραφισμένους στο χέρι, καθώς και την απόλυτα ταιριαστή μουσική, μοιάζει το παραμύθι να ξεπηδάει από τις σελίδες του στην οθόνη μας.

Το τμήμα βέβαια που μάλλον απασχολεί τους περισσότερους, είναι το πώς μεταφέρθηκε το gameplay. Γιατί όπως είπαμε, τα αρχικά παιχνίδια ήταν υπερβολικά δύσκολα και πολλές φορές άδικα. Το ίδιο game design με μηχανισμούς του σήμερα, θα τα έκανε αυτομάτως αρκετά πιο εύκολα. Και εδώ ο Fujiwara έπρεπε να πάρει μία απόφαση.

Εξελίσσω το design και επανασχεδιάζω το παιχνίδι για να σταθεί στο σήμερα ή το ομορφαίνω απλά και κρατώ τους παλιούς μηχανισμούς; Είναι δύσκολο να πει κάποιος ότι μια από τις δύο αποφάσεις θα ήταν απόλυτα σωστή ή απόλυτα λάθος, καθώς αυτόματα θα επέλεγες μια ομάδα παικτών και θα απέκλειες μία άλλη. Όπως και να έχει πάντως, στην Capcom επέλεξαν να πάνε με τον retro κορμό τους, και ίσως τελικά να είναι και το πιο δίκαιο.

Άλλωστε πολύ μεγαλύτερη σημασία, αλλά και απήχηση, θα έχει σε κάποιον που έπαιξε και αγάπησε τα παλιά παιχνίδια, παρά σε κάποιον που το όνομα του τίτλου δεν λέει απολύτως τίποτα και ίσως να το δοκίμαζε, ίσως και όχι. Ο τρόπος που έχει σχεδιαστεί και δουλευτεί το παιχνίδι από την αρχή εξάλλου, φανερώνει ότι έγινε από επιλογή και όχι για λόγους οικονομίας ή τεμπελιάς.

Η επιλογή του παραδοσιακού σχεδιασμού λοιπόν, δουλεύει άψογα σε όσους θυμούνται και αγαπούν τα παλιά παιχνίδια, αλλά σίγουρα θα ενοχλήσουν και θα εκνευρίσουν όσους δεν τα γνώρισαν ή τα έχουν ξεχάσει. Πράγματα που θεωρούνται στοιχειώδη και δεδομένα στις μέρες μας, δείχνουν να ξεπήδησαν από τον τάφο μαζί με τα δαιμόνια και τα ζόμπι του παιχνιδιού.

Άλματα με προκαθορισμένη πορεία, βολές μόνο προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, σκάλες που ανεβαίνεις μόνο από τη βάση τους, υπερβολικά αργή κίνηση, παντελής έλλειψη ροπής, ράμπες με αλλοπρόσαλλα physics, αμφιβόλου ακρίβειας hit boxes και εκνευριστικοί εχθροί, με τον Red Arremer να μας θυμίζει ότι ήταν ο παππούς του Marauder πολύ πριν το Doom Eternal, είναι μόνο μερικά από τα retro game design στοιχεία που φέρει το Ghost ‘n Goblins Resurrection.

Και παρ΄ όλα αυτά τα “προβλήματα” μάλιστα, καθώς και τον εκνευρισμό που φέρνουν μαζί τους, δεν μπορείς να το αφήσεις από τα χέρια σου. Γιατί μέσα σε όλα αυτά τα χαρακτηριστικά, έχει στηθεί ένα απολαυστικό gameplay που δείχνει να μην ξέχασε ποτέ τι είναι αυτό που κάνει ένα παιχνίδι καλό. Τη μία στιγμή να θέλεις να πετάξεις το Switch από το παράθυρο (είναι και εύκολο αν παίζεις φορητά), και την επόμενη, να μαζεύεις κουράγιο και να ξαναρίχνεσαι στη μάχη. Σαδιστικά και απολαυστικά ταυτόχρονα.

Ευτυχώς εδώ υπάρχουν και επίπεδα δυσκολίας, για να μπορούμε πλέον να παίξουμε με checkpoints ώστε να μην τρελαθούμε τελείως, αλλά και για την έξτρα πρόκληση προς τα πάνω, όσων θέλουν θέλουν την πλήρη retro εμπειρία. Επίσης έχουμε και τις μαγείες, που ξεκλειδώνουν στο umbral tree για πειραματισμό, έξτρα ευκολία και ενδιαφέρον στο δεύτερο playthrough προς το true ending, ενώ για πρώτη φορά στην σειρά, συναντάμε και συνεργατικό παιχνίδι.

Couch co-op, που μάλιστα δουλεύει υπέροχα, χωρίς να κάνει το παιχνίδι ξαφνικά εύκολο, ενώ λόγω της απλότητας του χειρισμού, λειτουργεί και με δύο joy cons ενός Switch.

Το δεύτερο playthrough μάλιστα, θα το χαρακτηρίζαμε και απαραίτητο, παρότι σεναριακά δεν σε εξαναγκάζει στον βαθμό που το έκαναν τα παλιά, καθώς επαναλαμβάνουμε μεν τις ίδιες πίστες, με αρκετούς ανασχεδιασμούς όμως στα περιβάλλοντα, τους εχθρούς και τα collectibles.

Αλλά για να είμαστε και ειλικρινείς, αν κάποιος φτάσει στο τέλος του παιχνιδιού, παρότι ένα playthrough στο normal δεν θα πάρει πάνω από τέσσερεις με πέντε ώρες, σίγουρα θα θέλει να συνεχίσει.

Καθώς το Ghosts ‘n Goblins Resurrection μπορεί να απευθύνεται σε συγκεκριμένο κοινό, αλλά αυτό το κοινό το καλύπτει απόλυτα. Ανθρώπους που έχουν γαλουχηθεί στο retro gaming και έχουν μάθει να κάνουν τα στραβά μάτια αν κάτι αξίζει, αλλά απολαμβάνουν ένα παιχνίδι που έχει φτιαχτεί με μεράκι και δεν αποτελεί την πεπατημένη αρπαχτή/ remake διαδρομή.

To Ghosts ‘n Goblins: Resurrection κυκλοφορεί από τις 25/2/21 για το Switch. To review βασίστηκε σε review code που λάβαμε από τη CD Media.

The post Ghosts ‘n Goblins: Resurrection – Review appeared first on GameOver.

Keywords
Τυχαία Θέματα